Συνέδριο: Μέσον Επικοινωνίας;

του Χρήστου Δορζιώτη*

Όταν ακούμε τη λέξη Συνέδριο, η εικόνα που συνήθως δημιουργείται στο μυαλό μας είναι αυτή ενός αριθμού ανθρώπων, σε μία μεγάλη αίθουσα να παρακολουθούν για 2-3 ημέρες τις εργασίες, που παρουσιάζονται από κάποιους ομιλητές. Ένα συνέδριο όμως έχει και κάποιες άλλες παραμέτρους, όχι μεν εμφανείς αλλά πολύ σημαντικές. Η επικοινωνία, για παράδειγμα, είναι μία από αυτές. Κάποιες εκατοντάδες άνθρωποι, από διαφορετικά σημεία της χώρας ή της γής, βρίσκονται για λίγες μέρες μαζί. Συστήνονται, συζητούν, ανταλάσσουν απόψεις, προβλημαισμούς, επιτεύγματα, προβλήματα. Έχουν την ευκαιρία να συν-φάγουν, να διασκεδάσουν, να ανταλλάξουν τις κάρτες τους και να ξεκινήσουν, ίσως κάποιοι από αυτούς, μια συνεργασία, μια φιλία. Ένα συνέδριο έχει την ικανότητα να φέρνει κοντά ανθρώπους με κοινά ενδιαφέροντα, που διαφορετικά δεν θα είχαν ίσως ποτέ την ευκαιρία να γνωρισθούν. Ένα συνέδριο αποτελεί τη γέφυρα που θα φέρει τους συνέδρους κοντά σ’ αυτούς που έχουν να πουν και να καταθέσουν τις νέες ιδέες, τις ανακαλύψεις, τους τρόπους και τις πρακτικές που χρησιμοποιήθηκαν. Είναι η ευκαιρία που προσφέρεται σε ανθρώπους με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, να γνωρίσουν τον τόπο που τους φιλοξενεί.

Είναι βέβαιο πως όταν οργανώνουμε ένα συνέδριο, δεν έχουμε στο νού μας όλα τα πιο πάνω. Φροντίζουμε για την άψογη διεξαγωγή των εργασιών, τον ύπνο, τη μετακίνηση και τη διευκόλυνση των συνέδρων. Είναι όμως εξ ίσου βέβαιο πως οι σύνεδροι θα έχουν έντονη την αίσθηση της επιτυχίας του συνεδρίου, αν φεύγοντας πάρουν μαζί τους και τη γεύση της ανθρώπινης επαφής αλλά και της κουλτούρας ενός άλλου λαού. Ένας σύνεδρος, που μετέχει σε κάποιο συνέδριο σε άλλη χώρα, εμμέσως έρχεται σε επαφή με τον πολιτισμό της. Μέσα στο πλαίσιο της οργάνωσης, υπάρχουν πάντα εκδηλώσεις- ή ίσως θάπρεπε να υπάρχουν εκδηλώσεις- που επιτρέπουν στους συνέδρους να φύγουν για λίγο από τη ζάλη των εργασιών, και μέσα από ενδιαφέροντα θεάματα, ακούσματα, δεξιώσεις να έρθουν σε επαφή με τη γλώσσα τής χώρας που τους φιλοξενεί, με την ιστορία της, με τον πολιτισμό της, με την Τέχνη της.

Η χώρα μας προσφέρει απεριόριστες τέτοιες ευκαιρίες και δυνατότητες με τα Ιδρύματα προώθησης του πολιτισμού μας, με θαυμάσιους υπαίθριους χώρους, κατάφυτους και γεμάτους έργα Τέχνης, με παραστάσεις Θεάτρου, με αρχαιολογικούς χώρους, με την Ιστορία της των χιλιάδων χρόνων. Μια δεξίωση, για παράδειγμα, με θέα την Ακρόπολη και η οποία θα συνοδεύεται με κάποιο βιβλίο για την ιστορία του Μνημείου, ένα ντοκυμαντέρ για το Αιγαίο, του οποίου η προβολή θα συνοδεύεται με ένα βιβλίο για την Ιστορία τού Ελληνικού πολιτισμού που άνθησε στα παράλια της Ιωνίας, μια παράσταση αρχαίου δράματος που θα συνοδεύεται από το κείμενο του έργου είναι εκδηλώσεις, που σίγουρα αγγίζουν το πνεύμα, ευφραίνουν την ψυχή και πάνω απ’ όλα ο σύνεδρος τα παίρνει μαζί του όταν θα φύγει.

Θυμάμαι τον καθηγητή John Swarbrooke του Sheffield Hallam University, ο οποίος μιλώντας σε συνέδριο για τον Ελληνικό τουρισμό, είπε πως εμείς οι Έλληνες, άν θέλουμε να αυξήσουμε το συνεδριακό τουρισμό, θα πρέπει να αντλήσουμε και να προβάλλουμε θέματα από την Ιστορία μας και τον Πολιτισμό μας, κι όχι μόνο τη θάλασσα και τον ήλιο, κάτι που σήμερα πια μπορεί κανείς να βρει οπουδήποτε στον κόσμο. Οπωσδήποτε, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη μοναδικότητα των φυσικών καλλονών και του κλίματος της Ελλάδας, συνδυάζοντάς τα όμως με τον διαχρονικό Πολιτισμό μας και την ιστορία στις Τέχνες, τον Αθλητισμό και τις Επιστήμες, προσθέτουμε ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα στο Τουριστικό προϊόν μας, με οποιαδήποτε μορφή κι αν προσφέρεται.

Γίνεται τόση συζήτηση για το συνεδριακό τουρισμό, για το μικρό ποσοστό τής παγκόσμιας αγοράς που έχει η Ελλάδα κι αναρωτιέμαι μήπως θάπρεπε να γίνει κάποια επανεξέταση των οργανωτικών τακτικών που ακολουθούνται, στο πλαίσιο μιας νέας πολιτικής, επιστρατεύοντας φαντασία, χιούμορ και πολύ περισσότερο να συνειδητοποιήσουμε ότι επιτυχία ενός συνεδρίου δεν είναι μόνο τα εισιτήρια και τα δωμάτια αλλά και εκείνα που απευθύνονται στα ενδιαφέρονται, στις ευαισθησίες, στις ιδέες, στην αισθητική και στις ιστορικές και πολιτιστικές αναζητήσεις του συνέδρου. Συνειδητοποιώντας πως ο μέσος όρος μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου του συνέδρου είναι ιδιαίτερα υψηλός, επιβάλλεται εκ των πραγμάτων, και οι δικές μας οργανωτικές διαδικασίες αναλόγως να προσαρμοσθούν, μετατρέποντας ένα καλά οργανωμένο συνέδριο σε πηγή γνώσης και επικοινωνίας, που θα ικανοποιεί περισσότερες ανάγκες του ανθρώπου-συνέδρου και συγχρόνως θα προβάλλει τη χώρα μας ακόμη πιο πολύ.

(*) Χρήστος Δορζιώτης: Διευθυντής Marketing Ξενοδοχείων ΑΜΑΛΙΑ

Οκτώβριος 1999