Γειά σου κύριε Φωτιάδη!

του Αχιλλέα Ν. Μίχου*

michos_photo

Τον κύριο Φωτιάδη δεν τον έχω συναντήσει ποτέ. Αλλά ο κύριος Φωτιάδη είναι που νοικιάζει τα video projectors, τις οθόνες plasma, τις LCD, τα video walls κι όλα τα σχετικά οπτικοακουστικά που χρειάζεται μια παρουσίαση σήμερα. Και που κάνει πολύ καλά τη δουλειά του. Βέβαια μπορεί να βρεθεί κανείς που θα πει ότι μια παρουσίαση δεν χρειάζεται μόνο τα οπτικοακουστικά. Μια παρουσίαση χρειάζεται σχεδίαση, στρατηγική, concept, ρυθμό, σκηνοθεσία, κείμενα, ευρήματα, πρωτοτυπία, μελέτη από ειδικούς μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Εγώ θα συμφωνήσω με αυτή την άποψη. Τελικά όμως, αυτό που χρειάζεται μια παρουσίαση στην Ελλάδα σήμερα είναι τα οπτικοακουστικά. Η συνταγή είναι γνωστή και καθιερωμένη. Κι έστω κι αν δεν είναι σκαλισμένη σε πλάκες δεν παύει να λειτουργεί ως Μωσαϊκός Νόμος. Κάμποσα (συνήθως πάρα πολλά) PowerPoint slides και το video projector, ή το video wall (α, ναι, και τα φώτα και τα σκηνικά). Και βέβαια, έστω κι αν το ίδιο έργο το έχουμε δει και ξαναδεί και το βλέπουμε συνέχεια, οι εκάστοτε παραγωγοί του έργου -οι παρουσιαστές- το επαναλαμβάνουν ασταμάτητα. Μα δεν είναι κουραστικό; Είναι. Μα δεν θα ήταν πιο αποτελεσματική μια παρουσίαση διαφορετική, μελετημένη, μια αλλαγή, μια καινοτομία; Θα ήταν. Και τότε; Η ελληνική οικονομία είναι η πλέον συντηρητική, φοβάται το ρίσκο (χωρίς ρίσκο όμως υπάρχει κέρδος;).

Κατά το 2005 η Ελλάδα, σύμφωνα με τη μελέτη του World Economic Forum, βρέθηκε (κατρακύλησε έγραψαν οι εφημερίδες) ως προς την καινοτομία στην 21η θέση μεταξύ 29 ευρωπαϊκών χωρών. Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας (δηλαδή, να το κάνουμε εμείς καλύτερα από τους άλλους), το 2005 που ονομάστηκε έτος ανταγωνιστικότητας, “κατέλαβε” την 46η θέση. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κριτική σκέψη (γράφει ο καθηγητής Γιανναράς), αλλά πώς να υπάρξει αφού ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα έχει σχεδιαστεί και εφαρμόζεται (τελικά υπάρχει κάτι που δουλεύει σωστά στην Ελλάδα) για την αποτροπή της, αν όχι για την κατάπνιξή της. Το τηλεοπτικό κοινό κάθε βράδυ δεν ενημερώνεται, απλώς τροφοδοτείται με συγκινήσεις και εν τέλει χειραγωγείται υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς. Η γλώσσα, βασικό εργαλείο σκέψης, έχει υποβαθμιστεί σε κραυγές και στερεότυπες εκφράσεις. Και διάλογος (γέννημα της αρχαίας Αθήνας) έχει ονομαστεί η οχλαγωγία. Στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες έχει πάψει να υπάρχει δημιουργικό marketing. Η ελληνική βιομηχανική παραγωγή βαίνει μειούμενη (πώς το’ παν αυτό; αποβιομηχάνιση;) οι εισαγωγές όλο και διογκώνονται (τα ξέρετε αυτά), τα προϊόντα έρχονται μαζί με τη μαρκετινική τους επικοινωνία -το διαφημιστικό, η καταχώρηση, η παρουσίαση για το λανσάρισμα. Κάποιες φορές ακόμη και μεταφρασμένα στα ελληνικά. Αλλά τότε τόσα και τόσα τμήματα marketing τι κάνουν; Consumer Activation – όπως λέγονται τα ευρήματα και οι δράσεις στο σημείο πώλησης, για να ενεργοποιηθεί ο καταναλωτής και να αγοράσει. Μόνο που κι αυτά ως concepts έρχονται απ’ έξω. Κι οι marketers; Οι product managers; Οι brand managers; Αυτοί τι κάνουν; Το τρέξιμο! Έχετε μήπως αναρωτηθεί γιατί αλλάζουν κάθε 16 με 20 μήνες; Αυτό που δεν αλλάζει είναι η κοινοτυπία, η (απο)μίμηση, ή αντιγραφή. Τελευταία απ’ ό,τι μαθαίνω για την έναρξη του συνεδρίου (και όχι μόνο) φοριούνται πολύ οι τυμπανιστές και οι καταρριχήσεις από την οροφή. Κάπου τάχουμε ξαναδεί αυτά, δεν τάχουμε; Κάτι σαν το “Φονικό Όπλο” στο Star. Θα πείτε, ίσως να μην υπάρχουν τα ερεθίσματα. Και θάχετε κατ’ αρχήν δίκιο.

Η Ελλάδα του 21ου αιώνα μένει απομονωμένη από τα ρεύματα και τις ιδέες. Είναι η πνευματική καθαρότητα του Γένους που προέχει. Το Internet παραμένει (πανάκριβη και κουτσή) υπόθεση των ολίγων. Το Ιερατείο καραδοκεί. Μόνο τα ringtones κυκλοφορούν ελεύθερα. Εν τούτοις ερεθίσματα υπάρχουν. Τους ζητάς να τους ενημερώσεις για τις νέες δυνατότητες που προσφέρονται και σου απαντούν “τώρα δεν χρειαζόμαστε, άμα χρειαστούμε το συζητάμε…”. Μα το τι χρειάζονται το βασίζουν στο ό,τι ξέρουν ότι υπάρχει. Μια καινοτομική λύση όμως που μπορεί να τους λύσει τα χέρια την αγνοούν. Και το χειρότερο, δεν θέλουν να τη μάθουν. Τους συστήνεις ένα παραγωγικότερο format επικοινωνίας, έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο παρουσίασης κι εκείνοι σου λένε γι’ αυτό που είδαν κάπου αλλού, ή για κάτι που έκαναν πέρυσι και θα ήθελαν να επαναλάβουν και φέτος. Κι άμα τους πιέσεις η απάντηση υπάρχει: “…μα, εμείς έτσι το κάνουμε πάντα…”. Αλλά και γιατί να μην είναι έτσι; Τι παρακίνηση χρειάζεται στο ετήσιο συνέδριο πωλητών όταν υπάρχουν κοντά στο ένα εκατομμύριο άνεργοι. Τι επιτυχημένο λανσάρισμα για το προϊόν να μελετήσει κανείς αφού η εταιρία έχει έτσι κι αλλιώς τρόπους να το επιβάλλει. Και που στην αντίθετη περίπτωση ακόμη και το επιτυχημένο λανσάρισμα δεν θα τη σώσει. Φανταστείτε μια αόρατη οριζόντια γραμμή. Όσες επιχειρήσεις έτυχε να βρίσκονται πάνω από τη γραμμή αυτή συνεχίζουν και ανεβαίνουν. Όσες βρίσκονται κάτω, εξαφανίζονται. Τι είπαμε στην αρχή; Κριτική σκέψη. Πληροφόρηση. Μηχανισμός λήψης αποφάσεων. Ορθολογική κρίση. Δυστυχώς! Σε αυτόν εδώ τον τόπο ήταν που γεννήθηκε η ελευθερία του πνεύματος. Η άνευ ορίων αναζήτηση του καινούργιου. Ο ασίγαστος πόθος για διάκριση, για υπεροχή. Η ακατάπαυστη προσπάθεια για το καλύτερο. Η μέχρις εσχάτων έρευνα για την Αλήθεια. Η Αμφισβήτηση. Η Ρητορική – δηλαδή η Παρουσίαση. Ο Αριστοτέλης προσδιόρισε πρώτος τον διαχωρισμό ανάμεσα στη φόρμα της παρουσίασης -την εκφορά, τα μέσα, τη “λέξη”, και το περιεχόμενο -τον “Λόγο”.

Κι εκείνος κατηγοριοποίησε την επιχειρηματολογία στις εξωτερικές αποδείξεις και στην πειθώ. Και η πειθώ μπορεί να είναι: επίκληση στον χαρακτήρα του ομιλητή (ήθος), επίκληση στο θέμα (λόγος) και επίκληση στο ακροατήριο (πάθος). Αλλά και η παγκόσμια δραματουργία στηρίζεται στην Ποιητική του Αριστοτέλη. Η Ποιητική είναι ο βασικός οδηγός για συγγραφή σεναρίων και γιατί όχι και για τη σύνθεση επιτυχημένων παρουσιάσεων. Ο Αριστοτέλης την τραγωδία την αναλύει σε τρία μέρη: πρόλογο, επεισόδιον, έξοδος. Και κατ’ αναλογία κάθε παρουσίαση είναι δυνατόν να χωριστεί: Στο πρώτο μέρος, (κατά τον Αριστοτέλη πρόλογος), όπου γνωστοποιούμε τη φύση του προβλήματος και το μέγεθός του. Στο δεύτερο μέρος, (επεισόδιον), όπου το πρόβλημα εξελίσσεται σε σημείο να θεωρείται άλυτο. Στο τρίτο μέρος, (έξοδος) έχουμε τη λύση του προβλήματος και τις επιπτώσεις που έχει στους “ήρωες” -στο target group που αφορά το πρόβλημα. Τώρα ίσως εδώ να διακρίνετε μιαν απόσταση. Όχι τόσο των 2500 χρόνων ιστορίας, αλλά των ετών φωτός στον τρόπο σκέψης και στη στάση ζωής. Κι ίσως αυτό να είναι λίγο μελαγχολικό. Αλλά τελικά, γεια σου κύριε Φωτιάδη! Κι όσο για εκείνον με την άλλη άποψη -κι εμένα που συμφωνώ μαζί του- καλύτερα να πηγαίνουμε. Εγώ έχω ήδη φύγει.

(*) Αχιλλέας Ν. Μίχος: Aσχολείται για μερικές δεκαετίες με την παραγωγή επιχειρησιακών εκδηλώσεων.

Οκτώβριος 2006